Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2017

Nicola

 Είχαν περάσει μερικοί μήνες απ ’όταν πάτησα το πόδι μου στην Ιαπωνία. Είχα πιάσει δουλειά στο Hostel και είχα πια γνωρίσει αρκετό κόσμο. Η ζωή γέμιζε, όπως και τα πήλινα δοχεία για σάκε στις κρύες Ιαπωνικές και γεμάτες μυστήριο νύχτες. Είχα 9 μέρες άδεια το μήνα να κάνω ότι ήθελα, και τις υπόλοιπες είχα βάρδια. Καθάριζα δωμάτια και γενικούς χώρους ως πληρωμή για δωρεάν διαμονή, χαμηλές τιμές στο φαγητό και κάποια λίγα χρήματα το μήνα. Παρα ήμουν τυχερός, έτσι μπόρεσα να μείνω εκεί πολύ καιρό και να ζήσω μια από τις ομορφότερες εμπειρίες της ζωής μου.
 Στην αρχή επικοινωνούσα δειλά και με προσοχή, δεν ήξερα τους Ιάπωνες και δεν ήθελα να κάνω καμία δυτική ηλιθιότητα σαν όλες αυτές που έβλεπα γύρω μου από μεθυσμένους ή αγενείς δυτικόφερτους πελάτες. Δεν έχω ξαναδεί πιο άσχημο κοντράστ μεταξύ δύο πολιτισμών. Ήμασταν άγριοι μπροστά στην κοινωνική συμπεριφορά των Ιαπώνων. Δεν χάναμε απλά στα σημεία, ένιωθες μια ανάγκη να κρυφτείς. Αν ήσουν τσόκαρο και το καταλάβαινες είχε καλώς, ειδάλλως θα ζούσες μια τυπική εκδρομή. .
 Μέσα σε όλο αυτό το συρφετό ανθρώπων και εμπειριών, υπήρξαν και τα φωτεινά παραδείγματα, όπως ο Νικολά, ένας Γάλλος από το Κλερμόν Φεράν, ο οποίος σπούδαζε Τζούντο εκεί. Τον γνώρισα στο Hostel όπου εργαζόταν και αυτός για να μπορέσει να παραμείνει αρκετό καιρό, ώστε να ολοκληρώσει την εκπαίδευσή του. Δεν μίλαγε ποτέ πολύ και είχε ένα σώμα σαν πέτρα. Όταν καθάριζε, όλοι του οι μύες συσπώνταν σε ένα συνολικό χορό, εναρμονισμένοι, λες και είχαν συνεννοηθεί. Μέναμε μαζί στο ίδιο μικροσκοπικό δωμάτιο με 4 κρεββάτια κουκέτες. Πάντα είχε ένα μπλε τετράδιο, σαν αυτό που είχαμε στο σχολείο και έγραφε φράσεις Ιαπωνικές, για να μαθαίνει. Θυμάμαι μια μέρα, κάνοντας διάλειμμα από τον όροφό μου, ανέβηκα να τον δω στον πιο πάνω όροφο. Τα ασανσέρ ήταν σχετικά αθόρυβα, και δεν με κατάλαβε όταν έφτασα απάνω. Καθώς πήγα προς την πόρτα, άκουσα ένα θόρυβο, σαν κάποιον να κάνει ασκήσεις. Ποτέ δεν θα ξεχάσω την εικόνα που είδα. Ο Νικολά, είχε χώσει σε ένα σεντόνι όλα τα άπλυτα, μαξιλάρια, παπλώματα, σεντόνια, τα είχε κάνει ένα τεράστιο κόμπο, τα είχε περάσει πάνω από τον ώμο του και έκανε μία συγκεκριμένη λαβή τζούντο, ξανά και ξανά. Έκανε εξάσκηση ακόμη και στην δουλειά, με μικρά διαλείμματα, έκανε ασκήσεις για να τελειοποιήσει την τέχνη του. Κάποιοι άνθρωποι μιλάνε ελάχιστα, αλλά λένε πολύ περισσότερα από άλλους που μιλάνε πολύ, λέγοντας τίποτα απολύτως. Ο Νικολά μου το έμαθε αυτό χωρίς ούτε μία λέξη.
 Ήταν μεσαίου ύψους, γεροδεμένο σώμα, κοντό, σχεδόν ξυρισμένο μαλλί, μάτια μικρά αλλά ερευνητικά. Απέδιδε όλος μια περίεργη δύναμη. Μιλούσε λίγο και γέλαγε με την καρδιά του. Ήταν ο τύπος ανθρώπου που θα σε σιχαινόταν εάν τον δωροδοκούσες για κάτι, από αυτούς που δεν έχουν τιμή, δεν τους αγοράζεις, αν έλεγες πολλά και δήθεν, θα του γινόσουν απωθητικός. Για τη ζωή του έμαθα ελάχιστα, δεν ήθελα να ρωτήσω, όχι ότι δεν με ένοιαζε, αλλά πήγα με την ροή. Δεν μίλαγε Αγγλικά, δεν μίλαγα Γαλλικά και κουβεντιάζαμε ώρες ατέλειωτες για όλα. Όταν γέλαγε, στα μάτια του σχηματίζοντας μερικές περίεργες ηλικιωμένες γραμμές σαν αυτές των αγροτών που τους ψήνει ο ήλιος. Τις κοίταζα περίεργα και αναρωτιόμουν πώς να βρέθηκαν πάνω σε αυτό το πρόσωπο. Ο Θεός είναι σοφός, πάνω στο σώμα κάθε ανθρώπου, αποτυπώνει όλα τα στοιχεία που χρειάζονται οι άνθρωποι για να “νιώσουν” τον άλλον. Αρκεί να θες να δεις. Αυτές οι γραμμές του Νικολά, ήταν ένα αποτέλεσμα μιας εσώτερης κατανόησης και σοφίας, που σπάνια είχα δει σε άνθρωπο αυτής της ηλικίας. Αυτό που όμως τον έκανε να ξεχωρίζει ήταν η κοινωνική του ευγένεια. Αβρός, ευγενέστατος, ταπεινός και συνοπτικός, σαν Ιαπωνική ψυχή σε Γαλλικό σώμα, σε έκανε να ντρέπεσαι, και σου απέπνεε έναν έντονο σεβασμό. Υπέθετα το προσωπικό του σύστημα αξιών, μέσα από τις μικρές καθημερινές λεπτομέρειες. Έδινε χώρο στην κουβέντα, χρόνο στο να νιώσει τι κουμάσι είναι ο καθένας, δεν διέκοπτε και ποτέ δεν έβαζε το προσωπικό του θέλημα μπροστά από του άλλου, την ίδια στιγμή, που ποτέ και για κανέναν δεν θα έκανε αλλαγή προγράμματος για όποιο λόγο, όταν αυτό είχε να κάνει με την τέχνη του. Βαριά, στιβαρή, ευγενική και αόρατη δύναμη.
 Με τον καιρό δεθήκαμε αρκετά, βγαίναμε μαζί, πίναμε μαζί και όταν η περίσταση το έφερνε, χαζολογούσαμε και μαζί. Ονειρευτήκαμε τις Ιαπωνέζες γυναίκες μας με τα κιμονό, τα μικρά σχιστά μάτια που θα είχαν τα παιδιά μας, την ηρεμία που θα βρίσκαμε στην φύση της Ιαπωνίας και την εξέλιξη που θα είχε καθένας στην τέχνη του. Θαύμαζε τα σχέδια μου και εγώ θαύμαζα την αποφασιστικότητα του στην τέχνη των πολεμικών τεχνών.
 Μια μέρα, πήγαμε στην ταράτσα του Hostel να κάνουμε εξάσκηση μαζί. Ο Νικολά ήξερε τζούντο και μια μορφή Καράτε, νομίζω Κιόκουσιν. Με είχε επηρεάσει και ήθελα να ξεσκονίσω τις λίγες γνώσεις που είχα. Θυμάμαι να μην προλαβαίνω να βλέπω από που χώνεται και που χτυπάει. Σκεφτόμουν τι θα πάθαινε κάποιος που θα έμπλεκε άσχημα μαζί του, αλλά είμαι σίγουρος ότι πολύ σπάνια ο Νικολά θα επέτρεπε στον εαυτό του να “ξεφύγει”, η ικανότητα αυτοδιαχείρισης του ήταν κάτι παραπάνω από εκπληκτική.
 Περάσαμε μαζί 6 μήνες, μπήκαν και άλλοι στην παρέα, αλλά οι Ιάπωνες τον σέβονταν παραπάνω από όλους. Γυρίσαμε μαζί το Κιότο, νύχτα, μέρα, εκδρομές, βόλτες στην πόλη. Ανα καιρούς μου έλεγε ότι γνώρισε κάποια ενδιαφέρον Ιαπωνέζα, αλλά σχεδόν πάντα κατέληγε στο συμπέρασμα ότι την γυναίκα που θα του αρέσει θα την γνωρίσει μία ώρα πριν την πτήση για Γαλλία. Με πιάναν τα γέλια. Κι όμως, σε τέτοιους ανθρώπους ο θεός ‘ή αργεί να δώσει ταίρι, ή το δίνει πολύ γρήγορα. Άνθρωποι αυτήν της αξίας, επιτρέπει ο Θεός να γνωρίσουν αυτό που πρέπει όταν πρέπει., κάτι σαν διαδικασία διάφανη, σιωπηλή, ένας ανομολόγητος δεσμός ομορφιάς και αλληλοκατανόησης. Σαν να  κλείνει το μάτι από κάπου ψηλά, για την λεβεντιά του καθενός.
 Καθώς βυθιζόμουν στην ζωή και “αλλοιωνόμουν”, έκοψα το τσιγάρο και άλλαξα ριζικά τρόπο ζωής. Ο Νικολά με έπεισε να πάω σε ένα παραδοσιακό χώρο Ιαπωνικών πολεμικών τεχνών, εκπληρώνοντας ένα όνειρο παιδικό. Άλλη ιστορία…
 Πέρασε ο καιρός, ζήσαμε πολλά, κάποιες φορές τον φωτογράφισα, είχε μία χαρακτηριστική πόζα, ανέβαινε πάνω σε μία σκούπα και έκανε πως πέταγε χαιρετώντας, γέλαγα πίσω από την μηχανή. Ήταν μία από τις φωτογραφίες που μπήκε σε έκθεση. Ήταν το λιγότερο που μπορούσα να του προσφέρω, να αφήσω τον Νικολά, στην δική μου προσωπική αιωνιότητα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου