Μόλις είχα φτάσει στην στάση Φιξ περιμένοντας μία συνάδελφο να με πάρει με το αυτοκίνητό της για την δουλειά. Μιας και δεν ξέρεις πότε θα είσαι στην ώρα σου, είχα φτάσει αρκετά πιο νωρίς. Πρωινά σύνεργα ο καφές και ένα στριφτό τσιγάρο. Κόσμος πέρναγε, ανέβαινε κατέβαινε στο Μετρό, στις στάσεις του λεωφορείου, πανδαιμόνιο.
Είχα ακουμπήσει τον καφέ πάνω στο μάρμαρο στην είσοδο του Μετρό και περίμενα. Πίσω μου ένας κουλουράς καθόταν στο σκαμπό του κάτω από ένα δέντρο. Κάτω από το κουβούκλιο με τα κουλούρια, είχε αφήσει ένας άστεγος την πραμάτεια του, μια τσάντα κόκκινη με χερούλι, σαν αυτές που παίρνει κάποιος σε αεροπορικό ταξίδι. Μικρή αλλά κομψή. Τράβαγε την τσάντα από εδώ και από εκεί, κάνοντας μεγάλο κοντράστ με το ρακένδυτο ντύσιμό του. Μισός κύριος μισός άστεγος.
Κράταγε στα χέρια του μια στοίβα περιοδικά Σχεδία - Δρόμου, αυτά που τα πουλάνε οι άστεγοι και παίρνουν ένα ποσοστό για να επιβιώσουν. Ήταν κοντός, ηλικιωμένος, με άσπρα μαλλιά και ξεροκαμμένο δέρμα. Είχε μικρά μάτια, λυπημένα σχεδόν. Καθώς τον κοίταζα σκεφτόμουν που θα κοιμάται, τί θα τρώει...αναρωτιόμουν πως είναι δυνατόν, την σήμερον ημέρα να επιτρέπει μια πολιτεία να υπάρχουν άστεγοι. Η κατάσταση των πολιτών σου είναι η εικόνα της πολιτικής σου, δεν μπορείς να κρυφτείς από αυτό. Η ανθρωπότητα θέλει να κοκορεύεται ότι πάτησε στο φεγγάρι, έχοντας πρώτα πατήσει στις ζωές άλλων ανθρώπων.
Ο ανθρωπάκος αυτός, είχε αφήσει μία στοίβα περιοδικά στην άλλη άκρη της εισόδου του Μετρό. Μαζί με τα περιοδικά, είχε και ένα παλιό ραδιόφωνο. Μέσα στον χαμό άκουγες μερικά ξελαριγγιάσματα από την μουσική, αλλά δεν καταλάβαινα τι παίζει. Ούτε και με ένοιαζε. Χάζευα λίγο στο κινητό μου όταν ακούστηκαν οι πρώτες φωνές. Γύρισα να δω Μια κοπέλα που πούλαγε πακέτα Vodaphone και καρτοσυνδέσεις είχε σπρώξει τα πράγματα του άστεγου προς την άκρη για να τοποθετήσει την δική της πραμάτεια πάνω στο μάρμαρο. Ο άστεγος έγινε έξαλος.
- Γιατί μου πειράζεις τα πράγματα….ήρθα εγώ να πειράξω τα δικά σου?
- Κύριε, εδώ εργάζομαι και εγώ, δεν είστε μόνος….
Ο άστεγος φώναζε, τράβαγε την βαλίτσα αριστερά, δεξιά εκνευρισμένος Η κοπέλα ξεκίνησε το κήρυγμα. “Να είστε πιο ευγενικός, να...να...να…..”. Την κοίταγα να μιλάει και να κάνει υποδείξεις σε ένα πλάσμα με παλιά ρούχα, που ίσως να είχε να φάει κάποιες μέρες. Τι μυαλά κουβαλάει ένας άνθρωπος που δεν μπορεί να δώσει δίκιο σε έναν άστεγο? Τι χώρο πιάνει αυτό το πλάσμα μέσα στην ζωή. Ένα παγκάκι και ένα κομμάτι μάρμαρο.
Η κοπέλα συνέχισε να τον νουθετεί, ο κόσμος είχε κάνει ένα κύκλο παρακολουθώντας το θέατρο του παραλόγου. Και εγώ μαζί. Δίπλα της, είχε αρκετό χώρο να βάλει τα πράγματά της, αλλά ήθελε να κάτσει εκεί. Ο άστεγος έκανε σβούρες, του έτρεχαν και μερικά σάλια από τις φωνές, ένιωθα ότι ήθελε να κλάψει, του είχαν πάρει το λίγο κομμάτι που “χωράει” μέσα στην ζωή, μια πάλη να βρει και αυτός τη θέση του μέσα σε μία κοινωνία που τον αποφεύγει σαν καρκίνωμα. Περισσότερο μάλλον, που του επιτίθεται να πάρει τον λίγο ζωτικό του χώρο.
Συνέχισα να παρατηρώ την συμπεριφορά της κοπελιάς, δεν καταλάβαινα, πόσο δύσκολο είναι να σιωπήσεις και να πας πιο δεξιά, ένα μέτρο πιο δεξιά….
Σκέφτομαι, ότι σε πολλές κουβέντες ακούω για τις Κυβερνητικές επιλογές και την κατάντια μας, αλλά δεν είναι αυτό...μέσα στην καθημερινότητα κάνουμε ακριβώς τις επιλογές συμβίωσης που χαρακτηρίζουν έναν πολιτισμό. Είναι δικές μας, όχι των άλλων, δικές μας...δικό μας το βάρος, δική μας η ευθύνη, και εγώ μέσα σε αυτές όπως όλοι. Μπορείς να φτιάξεις όποιο ψέμα θες για να δικαιολογηθείς, αλλά παραμένεις πάντα, ένας “γυμνός βασιλιάς”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου